11 Σεπτεμβρίου 2007

Τίτλος;


Πάλι αυτό το σφίξιμο στο στομάχι. Ξύπνησα πολύ πρωί, με (από) την ενόχληση σε όλο μου το σώμα. Ή μήπως κοιμήθηκα με αυτή;
(Κοιμήθηκα; Να ξεγελάσω ακόμη κι εμένα; Όχι. Πάλι όχι. Αλλά δεν το χρειάζομαι. Δεν μου λείπει ακόμη)

Μια ψυχή πήρε το αεροπλάνο κι έφυγε βόρεια. Τέλος εποχής.
Και το ξύλινο πάτωμα τρίζει από μόνο του, μήπως κι αναπληρώσει το κενό. Πολλά τα κενά, πως αναπληρώνονται όλα μαζί;

Μα, είμαι καλά. Δείχνω καλά. Τι στο διάολο θέλει αυτή γκριζωπή σκιά στο πρόσωπό μου; Αρπάζω σύνεργα, να την καλύψω. Βαριέμαι τις επεξηγήσεις από εδώ κι από εκεί. Ακόμη και τις ψεύτικες. Κι εσύ που θα ρωτήσεις, από συνήθεια θα το κάνεις. Ευχαριστώ, αλλά προτιμώ την ησυχία μου, αν δεν σε πειράζει. Είναι βολικό και για σένα, άλλωστε.

Βάζω καυτό καφέ στην κούπα κι ανοίγω το βιβλίο. Δεν έχω καμία όρεξη για αστικές αηδίες, σωματεία και ιδρύματα και μου έρχεται να ουρλιάξω όσο σκέφτομαι ότι πρέπει να συγκεντρωθώ εδώ και να απομακρύνω βίαια το μυαλό μου από εκεί κάτω, μακριά, που τόλμησε να ξαποστάσει. Το σιχαίνομαι.

Σήμερα δεν θέλω κανέναν. 

2 σχόλια:

Ατσαλάκωτος είπε...

Και ξαφνικά βρίσκεσαι στον κόσμο ενός άλλου ανθρώπου που δεν τον γνωρίζεις.
Ωστόσο καταλαβαίνεις, τα κενά, τις σιωπές και όσα δεν έχουν καταγραφεί.
Νιώθεις την παρουσία μιας ψυχής που απλώνει στο φως τα σκοτάδια των ανησυχιών της και τα αφήνει να τρέξουν μέχρι να βρουν βλέμματα περίεργα να τα διαβάσουν, μέχρι να βρουν προορισμό. Πόσο σκοτεινές είναι τότε οι έγνοιες που μας βασάνιζαν;
Τούτο το σπήλαιο αναπνοών κρύβει μια αύρα ψυχής.
Καλή τύχη Νεφελία!

Nefelia είπε...

Με ξάφνιασε (ευχάριστα) το σχόλιο. Αν και, αυτή η ησυχία σε συνδυασμό με την αίσθηση ότι είσαι ο ίδιος τόσο ο αποστολέας όσο κι ο παραλήπτης είναι αρκετά προκλητική.

Να΄σαι καλά, ατσαλάκωτε. Και για τον κόπο σου και για τα καλά σου λόγια.