20 Ιουνίου 2008

1/2


Ακούω ένα επίμονο σαξόφωνο από το πρωί. Αδιαφορώ αν είναι αληθινό ή του κεφαλιού μου πάλι. Εγώ το ακούω. Το θέμα είναι γιατί δεν προχωράει ποτέ ένα βήμα παρακάτω. Παίζει μια μουσική φράση - πάντα την ίδια - και μετά ξαναπηγαίνει στην αρχή. Λες και δεν υπάρχει μετά, ούτε επόμενο μέτρο. Καμία συνέχεια. Κι αν δεχτώ ότι ακούω αυτό που θέλω ή αυτό που μου ταιριάζει τότε υποθέτω με βεβαιότητα πια ότι τα ανολοκλήρωτα είναι το φετίχ μου. Μπορείς μετά εσύ να βάλεις ότι ουσιαστικό θέλεις πλάι στο επίθετο. Εγγύηση ότι θα βγαίνει νόημα και μάλιστα αληθές.

Ορίστε, μου ήρθε πάλι η επιθυμία να το αφήσω κι αυτό στη μέση. Βαρέθηκα, φοβήθηκα, κουράστηκα..μην ρωτάς. Θέλω να ζητήσω δώρο λέπια και ουρά αλλά τρέμω μην καταλήξω να είμαι μισάνθρωπος. Ψαράνθρωπος. Ένα ψάρι με μαλλιά, αφαλό και καρκίνο στους πνεύμονες που θα κρύβεται στην άμμο για να μην φαγωθεί από ψάρια ή ανθρώπους.

Τις τελεσίδικες προτάσεις σιχαίνομαι. Γι' αυτό και με κόβω σε μικρά - μικρά κομματάκια και με δίνω λίγο - λίγο. Κι όχι ολόκληρη. Όχι ολόκληρη. Μέχρι εκεί που πάει. Όσο αντέχω κι αντέχεις. Γι ' αυτό που σου έδωσα να ξέρεις, λοιπόν, είμαι ένα ανθρωπόψαρο. Που μένει μισό από το κάθε είδος κι ελπίζει πια στις παραισθήσεις των άλλων.



Κοιτάξτε με! Έχω κι εγώ παραισθήσεις κι υποφέρω από τη ζέστη. Τόσο που σχεδόν πενθώ καθημερινά το τέλος του χειμώνα. Ορίστε. Ήρθε το καλοκαίρι σας. Τι καταλάβατε;
Υπερβάλλω. Δεν παραπονιέμαι, δεν παραπονιέμαι, δεν παραπονιέμαι, δεν παραπονιέμαι, δεν παραπονιέμαι. Και θα το επαναλαμβάνω μέχρι να ριζώσει μέσα μου. Οκ τώρα;


Και το κομμάτι με το σαξόφωνο. Το ακούω μισό και ονειρεύομαι τη στιγμή που θα με πιστέψεις και θα το ακούσεις μισό κι εσύ αλλά θα γράψεις το τέλος του για να το ακούσουμε μαζί.